Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἲς Ἡρακλῆος

См. также в других словарях:

  • MARIANDYNUM — regio Asiae Bithyniae contermina, Acherusiâ specu nobilitata, per quam Hercules Cerberum canem tricipitem ad superos traxisse dicitur; quem ferunt ibi virulentam spumam in saxa evomuisse, ex qua ibi natum volunt aconitum. Dionys. Perieg. v. 788.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • έτης — ἔτης, ὁ (Α) I. στον πληθ. oἱ ἔται 1. οικείοι, συγγενείς, δικοί, τα μέλη μεγάλης οικογένειας («ἀμύνων σοῑσιν ἔτῃσιν», Ομ. Ιλ.) 2. συνέστιοι φίλοι (αλλά συνδυάζεται και με άλλες λέξεις που δηλώνουν συγγένεια) (α. «παῑδές τε κασίγνητοί τε ἔται τε»,… …   Dictionary of Greek

  • κυανοχαίτης — κυανοχαίτης, ου, επικ. τ. και κυανοχαῑτα (Α) 1. (συν. ως επίθ. τού Ποσειδώνος) αυτός που έχει μαύρα μαλλιά («ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο κυανοχαίτης τεῑχος ἐς ἀμφίχυτον Ἡρακλῆος θείοιο», Ομ. Ιλ.) 2. (για ίππο) αυτός που έχει μαύρη χαίτη 3. ως κύριο όν …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»